υποδηματεργοστάσιο

υποδηματεργοστάσιο
το, Ν εργοστάσιο κατασκευής υποδημάτων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υπόδημα, υποδήματος + εργοστάσιο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • υποδηματεργοστάσιο — το εργοστάσιο κατασκευής υποδημάτων (και μάλιστα μηχανοποίητων) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”